Ξεκίνησε στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου η συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων για την «Κύρωση των Συμφωνιών Τροποποίησης των συμβάσεων παραχώρησης των μεγάλων οδικών έργων και ρύθμιση συναφών θεμάτων», το οποίο είναι προσαρμοσμένο στις κατευθύνσεις της ΕΕ για Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).Η κυβέρνηση με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, επικαλούμενη την επανεκκίνηση των «μεγάλων έργων», εξασφαλίζει έως το 2015 πρόσθετη άμεση χρηματοδότηση στους επιχειρηματικούς κατασκευαστικούς ομίλους έως και 1,15 δισ. ευρώ!
με την εκμετάλλευση των οδικών δικτύων μέσω διοδίων τα οποία και αυξάνονται μέχρι και 60%.
Όπως προβλέπει το νομοσχέδιο, «το Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να διαθέτει (σ.σ. στα μονοπώλια) μέρος των αναλογούντων σε αυτό εσόδων από την εκμετάλλευση των έργων». Πρόκειται για ένα πρόσθετο ποσό το οποίο, σύμφωνα με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς, ανέρχεται στα 7 δισ. ευρώ.
Με άλλα λόγια, πέρα από τα πολλά δισ. ευρώ που πήραν οι κατασκευαστικές κοινοπραξίες (όπως ΑΚΤΩΡ του Μπόμπολα, ΧΟΧΤΙΦ κ.ά.) από το 2007 που πρωτοκυρώθηκαν οι συμβάσεις «των μεγάλων έργων» χωρίς ακόμα να έχουν παραδώσει κανένα έργο ολοκληρωμένο, η κυβέρνηση σπεύδει να τους εξασφαλίσει νέα πακέτα χρημάτων ύψους 8 δισ. και πάνω.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, οι συμβάσεις αφορούν την κατασκευή και λειτουργία των αυτοκινητοδρόμων: α) ΠΑΘΕ (Μαλιακός - Κλειδί), β) Κεντρικής Ελλάδος, γ) Ιονία Οδό και δ) Ελευσίνα - Κόρινθος - Πάτρα - Πύργος - Τσακώνα.
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, μετά τη συνάντησή του με τον αντιπρόεδρο της ΕΕ Όλι Ρεν,δήλωσε για τις συμβάσεις των αυτοκινητοδρόμων ότι «σήμερα λάβαμε την πλήρη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Δεν είναι μόνο πολιτική, είναι προπαντός οικονομική, καθώς τα έργα των αυτοκινητοδρόμων χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από τους ευρωπαϊκούς πόρους: ΕΤΠΑ, Ταμείο Συνοχής και Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων» και πρόσθεσε πως «η ελληνική οικονομία διψάει για επενδύσεις και αυτή τη φορά είμαστε στην αφετηρία με μπουλντόζες και καύσιμα. Πηγαίνω στη Βουλή για να ψηφίσουμε την επανεκκίνηση, όχι μόνο των αυτοκινητόδρομων, αλλά προπαντός των πραγματικών επενδύσεων. Τα πολλαπλασιαστικά οφέλη είναι σε εθνικό και σε περιφερειακό επίπεδο».
Ο εισηγητής της ΝΔ Δ. Τσουμάνης ανέφερε στην Επιτροπή ότι η κατασκευή των οδικών αξόνων είναι συνδεδεμένη με «την έναρξη της οικονομικής ανάκαμψης και τη μετάβαση στη μετα-κρίση εποχή».
Να σημειωθεί ότι στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου γίνεται λόγος για 20.000 θέσεις εργασίας.
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ η εισηγήτρια Ευγ. Ουζουνίδου, στη βάση της «γραμμής» του κόμματός της ότι είναι καλύτερος διαχειριστής και ότι ο ευρωμονόδρομος είναι ιερό και όσιο, δεν ανέφερε κουβέντα για το ότι το νομοσχέδιο είναι στο πλαίσιο της ΕΕ για τις ΣΔΙΤ και ανέφερε: «Τι θα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ; Θέλουμε ειλικρινά να υλοποιηθούν τα έργα όχι όμως με τόσο επιβαρυντικές για το δημόσιο συμβάσεις»!
Αντίστοιχες, παρά τις λεκτικές παραλλαγές, ήταν και οι τοποθετήσεις από ΑΝΕΛ και ΔΗΜΑΡ. Δηλαδή κινήθηκαν μακριά από την ουσία της υπόθεσης ότι οι συμβάσεις είναι μέρος της αντιλαϊκής πολιτικής που υπηρετεί τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Παίρνοντας το λόγο, ο βουλευτής του ΚΚΕ Νίκος Μωραΐτης, μιλώντας από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων και όχι των μονοπωλίων, όπως τα άλλα κόμματα της διαχείρισης, επισήμανε ότι «ο νέος πακτωλός χρηματοδότησης προς τους ομίλους αποτελεί πρόκληση προς τον ελληνικό λαό.
Γίνεται την ίδια ώρα που τα λαϊκά στρώματα καλούνται σε συνεχείς απανωτές θυσίες σε μισθούς, συντάξεις, ασφαλιστικά δικαιώματα κλπ., για να αποδειχτεί ότι ο πραγματικός λόγος για αυτές τις θυσίες των λαϊκών στρωμάτων είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων, τραπεζικών και κατασκευαστικών. Φωτίζεται ο λόγος για τον οποίο επιδιώκονται πλεονάσματα του προϋπολογισμού για να βρεθούν νέοι πόροι χρηματοδότησης των ομίλων».
Τόνισε ότι «μονόδρομος είναι ο ενιαίος κρατικός φορέας κατασκευών που θα συγκεντρώσει όλα τα απαραίτητα μέσα και πόρους και θα ασχολείται με όλα τα μεγάλα έργα, από τη φάση της μελέτης μέχρι την κατασκευή της λειτουργίας τους, για τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, κατασκευή των απαραίτητων έργων με τις κατάλληλες προτεραιότητες», σημειώνοντας ότι προϋπόθεση γι' αυτά είναι «κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ο επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας μαζί με εργατικό έλεγχο, αποδέσμευση από την ΕΕ».