Εάν κάτι αναδείχτηκε με τον πλέον κραυγαλέο τρόπο μέσα από τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ και την αστική διακυβέρνησή του, είναι η ολοκληρωτική χρεοκοπία της πολιτικής που διατυμπανίζει ότι μπορεί να υπηρετεί ταυτόχρονα και τα μονοπώλια και το λαό. Οτι μπορεί με αστική διακυβέρνηση, εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, σε συνθήκες καπιταλιστικής βαρβαρότητας, να υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα. Η χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατικής επιζήμιας για το λαό αντίληψης που βεβαίως αποτελεί το καλύτερο στήριγμα στις ανάγκες και τις επιδιώξεις του κεφαλαίου σε συνθήκες παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.
Το πρόγραμμα του ΣΥΝ ήταν πάντα ένα πρόγραμμα σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης, που όμως παρουσιαζόταν ως ένας εναλλακτικός δημοκρατικός δρόμος για το σοσιαλισμό μέσω μεταρρυθμίσεων. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 και
αργότερα, ιδιαίτερα με την ενσωμάτωση διάφορων ομάδων (τροτσκιστικών, μαοϊκών κ.λπ.) και τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ αυτό το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα ντύθηκε περίτεχνα με ένα «ριζοσπαστικό», «αντι-συστημικό», «κινηματικό» περιτύλιγμα. Κάτι που ενισχύθηκε μετά το 2010, με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και την υιοθέτηση της θολής «αντιμνημονιακής» γραμμής από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ. Το πλαστό δίλημμα «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» έδωσε τη δυνατότητα στο σοσιαλδημοκρατικό ΣΥΡΙΖΑ να καπηλευτεί ιδέες, να παραμυθιάσει το λαό, να εξαπατήσει προκειμένου να εμφανιστεί ως μια δύναμη που μπορεί - ως κυβέρνηση - να δώσει φιλολαϊκή διέξοδο απέναντι στα Μνημόνια.
Βέβαια, την ίδια περίοδο, ακριβώς εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που έπληττε και πλήττει και τμήματα του κεφαλαίου που προσπαθούν να επικρατήσουν σε βάρος ανταγωνιστικών τμημάτων τους, άνοιξε η συζήτηση για ένα διαφορετικό πιο χαλαρό μείγμα πολιτικής που το βάφτισαν μείγμα για τη διέξοδο από την καπιταλιστική κρίση. Η μάχη αυτή ήταν και παραμένει λυσσαλέα. Θυμίζουμε ότι τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου στήριξαν και προεκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ ακριβώς γιατί εξέφραζε αυτήν την πολιτική. Και μάλιστα είχε το έρεισμα και τη διεισδυτικότητα στο λαό με την «αριστερή φρασεολογία» και τις καταβολές του, ώστε να μπορεί να εξαπατήσει και να υφαρπάξει την ψήφο του. Και το πέτυχαν.
Αλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ, ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με ισχυρές οπορτουνιστικές αναφορές, έχει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων κομμάτων αστικής διαχείρισης στο ζήτημα εξασφάλισης της πολυπόθητης για την αστική τάξη «κοινωνικής ειρήνης». Αξίζει να θυμίσουμε ότι μετεκλογικά ήταν ενδεικτική η αύξηση της διεισδυτικότητας σε λαϊκά στρώματα της πεποίθησης ότι μια σειρά επιδιώξεις της αστικής τάξης, όπως η συνέχιση της λαϊκής φοροαφαίμαξης και η συνέχιση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων αποτελούν πατριωτικό, εθνικό καθήκον που πρέπει οι εργαζόμενοι να σεβαστούν.
Η κατάσταση της καπιταλιστικής οικονομίας και η πορεία της κρίσης, καθώς και οι αντιθέσεις εντός Ευρωζώνης δεν επέτρεψαν τέτοια δυνατότητα αλλαγών στο μείγμα διαχείρισης. Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αστικής διαχείρισης, αποδέχτηκε τη συνέχιση εφαρμογής μιας περιοριστικής πολιτικής για τη στήριξη της ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας εντός Ευρωζώνης. Η Σύνοδος Κορυφής της 12ης Ιούλη απλά επισφράγισε αυτό ακριβώς. Η κόντρα είχε χαρακτηριστικά διαπάλης ανάμεσα σε μεγάλα καπιταλιστικά κράτη και ενός προσωρινού συμβιβασμού. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε «παρούσα». Συμφώνησε σε ένα τεράστιο αντιλαϊκό πακέτο μέτρων που έρχονται να προστεθούν στα προηγούμενα δύο Μνημόνια και γύρισε πίσω ...πανηγυρίζοντας για «ηθική νίκη», όπως είπε και ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, σε συνέντευξή του την περασμένη Τετάρτη.
Σε αυτήν τη συνέντευξη, όπως επίσης και στην ομιλία του στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ την περασμένη Πέμπτη, μπορεί να σταχυολογήσει και να ταξινομήσει κάποιος ένα απάνθισμα σοσιαλδημοκρατικής θεώρησης των πραγμάτων. Αν και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγουν και αναθεματίζουν τον όρο «σοσιαλδημοκρατία» δεν μπορεί να κρυφτεί ότι το συγκεκριμένο κόμμα είναι η προσωποποίηση της αναστήλωσης της σοσιαλδημοκρατίας και μάλιστα για πρώτη φορά στην Ελλάδα μιας σοσιαλδημοκρατίας που αναστηλώνεται με ιστορικές αναφορές στο κομμουνιστικό κίνημα, κάτι που σημαίνει ότι είναι πιο ύπουλη και επικίνδυνη.
Ο πρωθυπουργός ξεκάθαρα επιχειρεί να καλλιεργήσει στη συνείδηση του λαού ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος από αυτόν που σήμερα ακολουθείται. Ο ΣΥΡΙΖΑ γενικά έχει τέτοια αποστολή. Να απονεκρώσει κάθε σκέψη, προβληματισμό και τάση τμημάτων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων να μπουν στη διαδικασία αμφισβήτησης όχι γενικά της αντιλαϊκής πολιτικής και της λιτότητας αλλά του ίδιου του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, να σκεφτεί ότι, μπορεί να παλέψει, να αγωνιστεί και να νικήσει για να ζήσει και να προκόψει έξω από τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς, έξω την καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Τα παραπάνω είναι μερικά από όσα θα μπορούσαμε να αναλύσουμε για να φανεί πώς η σοσιαλδημοκρατία «ντύνει» με τα σχήματα και τις κορόνες περί φιλολαϊκής πολιτικής τις προτάσεις διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος. Οι εργαζόμενοι, η νεολαία δεν έχουν κανένα συμφέρον να χάνουν κι άλλο χρόνο αποδεχόμενοι παλιές και νέες σοσιαλδημοκρατικές συνταγές πασπαλισμένες από δημαγωγικές αναφορές. Γιατί στο σύνολό τους αποτυπώνουν την ανάγκη καπιταλιστικής διαχείρισης στη φάση της ανάκαμψης. Και αυτό το ρόλο παίζει και ο ΣΥΡΙΖΑ...
Δεν πρέπει επίσης να μας διαφεύγει η αγωνία και η ανησυχία με την οποία αντιμετωπίζουν άλλες δυνάμεις της λεγόμενης «κεντροαριστεράς» (ΠΑΣΟΚ κ.ά.) αυτή την πλήρη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, εξέλιξη που θα γίνει προσπάθεια να αποτυπωθεί και στις επόμενες εσωκομματικές διεργασίες.
Ριζοσπάστης Κυριακή 2 Αυγούστου 2015