Στη
διαπραγμάτευση ανοίγει όλη η ατζέντα, η οποία περιλαμβάνει ακόμα τα Εργασιακά
και τις περικοπές στην Πρόνοια
Από την πρώτη στιγμή που
η κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα το αντιασφαλιστικό της σχέδιο, σημειώσαμε πως
αυτό δε θα είναι το τελικό και ότι στην πορεία της «διαπραγμάτευσης» με τους
εκπροσώπους του
κουαρτέτου θα γίνει ακόμα χειρότερο.
Ενα μήνα μετά και αφού προηγήθηκαν δύο γύροι
διαβουλεύσεων κυβέρνησης και δανειστών, γίνεται φανερό ότι η λεγόμενη
διαπραγμάτευση αξιοποιείται από κοινού για να καμφθούν οι αντιστάσεις των
λαϊκών στρωμάτων με εκβιασμούς, επίπλαστους διαχωρισμούς και ψευτοδιλήμματα, να
δημιουργηθούν προϋποθέσεις ψήφισης και εφαρμογής του αντιδραστικού νομοσχεδίου
στη μορφή που θα πάρει.
Παράλληλα, η διαπραγμάτευση γίνεται «όχημα»
ώστε το σχέδιο νόμου που θα φτάσει στη Βουλή να ενσωματώσει ακόμα πιο επώδυνες
ανατροπές σε σχέση με την αρχική του εκδοχή, που ήταν ούτως ή άλλως
ισοπεδωτική για τα λαϊκά συμφέροντα και δεν έπαιρνε καμιά βελτίωση ή
προσαρμογή.
Την εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει η δήλωση του ίδιου του
υπουργού Εργασίας, ο οποίος, μετά το τέλος της συνάντησης με τους εκπροσώπους
του κουαρτέτου την περασμένη Πέμπτη, είπε ότι «τα μεγάλα θέματα
παραμένουν ανοιχτά» και ότι στόχος είναι «να συνεχιστεί η
συζήτηση και με τα τεχνικά κλιμάκια την επόμενη βδομάδα, ώστε να προωθήσουμε
όλα τα πιθανά θέματα, για να έχουμε την ψήφιση του νομοσχεδίου όσο το δυνατόν
συντομότερα».
Τα «ανοιχτά» ζητήματα
Εμμεσα, ο Γ. Κατρούγκαλος ομολογεί
ότι η κυβερνητική πρόταση θα γίνει ακόμα χειρότερη, αφού στο τραπέζι της
διαπραγμάτευσης κυβέρνησης - κουαρτέτου παραμένουν ανοιχτά τα εξής:
- Η λεγόμενη «εθνική σύνταξη» των
384 ευρώ να δίνεται όχι σε όλους τους ασφαλισμένους, αλλά υπό
προϋποθέσεις, δηλαδή με εισοδηματικά κριτήρια! Δηλαδή, ακόμα και τα
ελάχιστα που εγγυάται το κράτος, να τα παίρνουν μόνο όσοι πληρούν
συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια.
- Το δικαίωμα στη σύνταξη να μην κατοχυρώνεται με
τα 4.500 ένσημα, όπως ισχύει σήμερα, αλλά να υπάρξει
αύξηση στα6.000 ένσημα. Με τις εργασιακές σχέσεις που
επικρατούν σήμερα και την κυριαρχία της ελαστικότητας στην εργασία τα
επόμενα χρόνια, είναι βέβαιο ότι το μέτρο αυτό, αν εφαρμοστεί, θα οδηγήσει
εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένους να μη λαμβάνουν σύνταξη.
- Να διαμορφωθούν ακόμα χαμηλότερα - σε σχέση με
την αρχική πρόταση - ποσοστά αναπλήρωσης στο
«ανταποδοτικό» τμήμα της σύνταξης, που θα ρίξει ακόμα χαμηλότερα τις
συντάξεις που θα αποδίδονται μετά την ψήφιση του νόμου.
- Από την αύξηση ή όχι των εισφορών για
τις επικουρικές συντάξεις των μισθωτών κατά 1,5 μονάδα, αλλά και από τη
συνολική διαμόρφωση της τελικής πρότασης, θα εξαρτηθεί και το ύψος των
νέων περικοπών στις αποδιδόμενες συντάξεις, επικουρικές και κύριες. Μέσα
από την αύξηση των εισφορών, η κυβέρνηση σχεδιάζει επί της ουσίας να
φορτώσει με νέα βάρη τους μισθωτούς, εξασφαλίζοντας 550 εκατ. ευρώ σε
ετήσια βάση.
Εκατέρωθεν εκβιασμοί
Με τον τρόπο που περιγράφεται πιο πάνω, όπως και στην
περίπτωση της αύξησης των εισφορών στους αγρότες, στους ελεύθερους
επαγγελματίες και επιστήμονες, η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει τα λαϊκά στρώματα
μπροστά στο εξής τεχνητό δίλημμα: «Τι θέλετε, να κόψουμε τις
συντάξεις ή να αυξήσουμε τις εισφορές των ασφαλισμένων;». Επιχειρεί,
δηλαδή, να στρέψει τη μια ομάδα ασφαλισμένων και συνταξιούχων ενάντια στην
άλλη.
Ετσι εννοεί η κυβέρνηση την «ισονομία» που
επικαλείται, στην προσπάθειά της να φορτώσει στις πλάτες του λαού τη
«βιωσιμότητα» του ασφαλιστικού συστήματος και να απαλλάξει παραπέρα την
εργοδοσία από τη συμμετοχή της σ' αυτό. Ανάλογο εκβιασμό προς τα λαϊκά στρώματα
εκτοξεύουν συγχρονισμένα και οι δανειστές. Αυτό το ρόλο υπηρετεί η δήλωση της
επικεφαλής του ΔΝΤ, που συσχετίζει τη δήθεν ελάφρυνση του κρατικού χρέους με
την προώθηση του νέου αντιασφαλιστικού νόμου.
Μόνο που και οι δύο, κυβέρνηση και κουαρτέτο,
δουλεύουν για τον ίδιο σκοπό: Τη διαμόρφωση καλύτερων προϋποθέσεων για την
ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, με συνολική επίθεση στα εργατικά -
λαϊκά δικαιώματα, μεταξύ αυτών και στο Ασφαλιστικό. Στην ατζέντα
βρίσκεται ακόμα το ζήτημα των Εργασιακών, όπως η απελευθέρωση των ομαδικών
απολύσεων, η παραπέρα περιστολή των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, οι νέες
ανατροπές στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Πρόκειται για ζητήματα που έχουν τεθεί στο τραπέζι της
διαπραγμάτευσης, επιβεβαιώνοντας ότι η επίθεση έχει για αιχμή το Ασφαλιστικό,
είναι όμως σαρωτική και αφορά όλες τις πτυχές της ζωής των εργαζομένων και των
άλλων λαϊκών στρωμάτων. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ήδη
από προχτές ξεκίνησε και η συζήτηση για το στόχο που έθεσαν με το 3ο μνημόνιο
για κατάργηση των προνοιακών επιδομάτων, ύψους 900 εκατ. ευρώ ετησίως ή 0,5%
του ΑΕΠ.
Η κατάργηση της Πρόνοιας θα επιχειρηθεί να συγκαλυφθεί
με την υιοθέτηση του «Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος», που θα αποδίδει
ψίχουλα σε έναν πολύ μικρότερο αριθμό δικαιούχων, οικογένειες που διαβιούν μέσα
στην εξαθλίωση και που δεν έχουν ούτε τα στοιχειώδη.
Συμφωνούν στη «νέα αρχιτεκτονική»
Σε κάθε περίπτωση, ο κοινός αντιασφαλιστικός τους
στόχος αποτυπώνεται με σαφήνεια στο 3ο μνημόνιο που συναποφάσισαν η κυβέρνηση,
η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Μ' αυτό επισφράγισαν τα μέτρα των προηγούμενων
και ταυτόχρονα επέβαλαν στη συντριπτική πλειοψηφία του λαού τη μείωση
των συντάξεων και την αύξηση των ορίων ηλικίας
συνταξιοδότησης, την αύξηση των εισφορών όλων των ασφαλισμένων στο
20% για την κύρια σύνταξη και τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά
1% το 2016 και κατά 1,9% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του προγράμματος.
Επομένως, υπάρχει ταύτιση σε ό,τι αφορά τη νέα
«αρχιτεκτονική» του συστήματος, ανάμεσα στην κυβέρνηση, τους θεσμούς και βέβαια
τα άλλα κόμματα του κεφαλαίου στην Ελλάδα, που τώρα ασκούν κριτική σε επιμέρους
πλευρές της μεταρρύθμισης, συμβάλλοντας στον αποπροσανατολισμό και τη
χειραγώγηση του λαού.
Κυριακή 7 Φλεβάρη 2016