Στις αρχές της βδομάδας, η «Contitech ΙΜΑΣ ΑΕ» με έδρα το Βόλο, 100% θυγατρική του γερμανικού
πολυεθνικού ομίλου «Continental AG», ανακοίνωσε στους εργαζόμενους ότι σκοπεύει
να σταματήσει την παραγωγή και ότι γι' αυτό το σκοπό θέτει σε εφαρμογή
πρόγραμμα εθελούσιων εξόδων, με αυξημένη αποζημίωση.
Είχε προηγηθεί ανάλογο πρόγραμμα
που ολοκληρώθηκε τον
περασμένο Γενάρη, με το οποίο απολύθηκαν τελικά 52 εργαζόμενοι. Και τότε, η
απειλή της εργοδοσίας ήταν ότι θα κλείσει το εργοστάσιο, αν δεν έβρισκε
ανταπόκριση στο πρόγραμμα μείωσης του προσωπικού.
Το εργοστάσιο στο Βόλο κατασκευάζει ελαστικούς
μεταφορικούς ιμάντες για την εξορυκτική βιομηχανία. Για την απόφασή της να
σταματήσει την παραγωγή, η εργοδοσία επικαλείται την «οικονομική ύφεση» στην
οποία βρίσκεται εδώ και μήνες η εξορυκτική βιομηχανία, με αποτέλεσμα να υπάρχει
μειωμένη ζήτηση για τα προϊόντα που παράγει, με παράλληλη συμπίεση των τιμών.
Σαν αποτέλεσμα, η «Contitech ΙΜΑΣ ΑΕ» ήρθε αντιμέτωπη
«με μια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στον τομέα των μεταφορικών ταινιών»,
κάνοντας αναπόφευκτη την απόφαση για κλείσιμο του εργοστασίου στο Βόλο, σύμφωνα
με στελέχη της εταιρείας. Αντίθετα, η παραγωγή συρματόσχοινων από τη ΣΥΡΜΑ ΑΕ,
θυγατρική της «Contitech ΙΜΑΣ ΑΕ», συνεχίζεται κανονικά.
***
Στην ιστορία της, η ΙΜΑΣ αποτέλεσε διαχρονικά τον κύριο προμηθευτή της ΔΕΗ. Σύμφωνα
όμως με δημοσιεύματα στον οικονομικό Τύπο, σε μεγάλο διεθνή διαγωνισμό για την
κατασκευή ταινιοδρόμων, ύψους περίπου 72 εκατ. ευρώ, που διενήργησε η ΔΕΗ για
τα ορυχεία της στη Δυτική Μακεδονία, ο κύριος όγκος του έργου κατοχυρώθηκε στις
αρχές του 2015 σε μια πολωνική εταιρεία (50 από τα 72 εκατ. ευρώ) και μόνο ένα
μικρό του μέρος στην ΙΜΑΣ (20 εκατ. ευρώ).
Η διοίκηση της εταιρείας «κυνήγησε» το σύνολο του
έργου και μετά το διαγωνισμό, χωρίς επιτυχία. Μάλιστα, είχε στείλει και
επιστολή στη διοίκηση της ΔΕΗ, με την οποία προειδοποιούσε ότι αν δεν της δοθεί
το έργο, τότε τίθεται ευθέως σε αμφιβολία «η παραμονή της εταιρείας μας στην
Ελλάδα».
Αυτό είναι πάνω - κάτω το ιστορικό της επιχείρησης που
τώρα βάζει λουκέτο. Είναι φανερό ότι η καπιταλιστική κρίση, οι οξυμένοι
διεθνείς ανταγωνισμοί ανάμεσα σε μεγάλες εταιρείες με το ίδιο αντικείμενο
παραγωγής και τα «παιχνίδια», που παίζονται στο παρασκήνιο με τη συμμετοχή και
του κράτους, δημιούργησαν το υπόβαθρο, για να αποφασίσει η εταιρεία την
αποχώρησή της από την ελληνική αγορά, στο βαθμό που η επένδυση δεν της απέδιδε
πλέον το προσδοκώμενο κέρδος.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι αυτήν την περίοδο,
εργοδοσία και σωματείο βρίσκονταν σε διαπραγμάτευση για την υπογραφή νέας
επιχειρησιακής Σύμβασης Εργασίας, με την πλευρά της εταιρείας να προτείνει
μεγάλες μειώσεις στους μισθούς. Τελικά, φάνηκε ότι το σταμάτημα της παραγωγής
είναι πιο συμφέρον ακόμα και από τη γενναία μείωση που επεδίωκε στο κόστος
εργασίας.
***
Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι να δει κανείς πώς στάθηκαν το επιχειρησιακό Σωματείο, η
Ομοσπονδία της χημικής βιομηχανίας, αλλά και η κυβέρνηση απέναντι στις
εξελίξεις, οι οποίες επιταχύνθηκαν τον τελευταίο καιρό. Δεν είναι όμως κεραυνός
εν αιθρία, με δεδομένο ότι από τον περασμένο Γενάρη συζητιέται το ενδεχόμενο να
σταματήσει η παραγωγή.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε η Ομοσπονδία, αναφέρεται
ότι «οι εργαζόμενοι καλούνται να πληρώσουν τα διοικητικά λάθη, τις εγωκεντρικές
συμπεριφορές, τις απερίσκεπτες κινήσεις με αποφάσεις που κινούνται στα όρια
εκδικητικών κινήσεων». Αποκαλύπτεται ακόμα ότι «το Σωματείο υπεύθυνα και με
σοβαρότητα αποδέχτηκε το μεγαλύτερο μέρος των προτάσεων της διοίκησης της
εταιρείας» σε ό,τι αφορά τη νέα Σύμβαση. Αποδέχτηκε μέχρι και να συμπεριληφθεί
η εκ «περιτροπής εργασία» σε άρθρο της Σύμβασης, όπως ζητούσε η πολυεθνική.
Η Ομοσπονδία διαβεβαιώνει επίσης (και επικροτεί...) το
γεγονός ότι «το Σωματείο δεν αρνήθηκε ποτέ να συμβάλει στις δυσκολίες της
εταιρείας (...) ήταν αυτό που πάλεψε απέναντι στα λάθη της διοίκησης, όταν από
άστοχες ενέργειες χάθηκε μια μεγάλη παραγγελία από τη ΔΕΗ (...) κινήθηκε προς
όλες τις κατευθύνσεις για να ενημερώσει για τις συνέπειες, αν δεν έπαιρναν το
συγκεκριμένο έργο από τη ΔΕΗ».
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τα μόνα θύματα από το
κλείσιμο του εργοστασίου (ενός από τα πολλά που έβαλαν λουκέτο στο Βόλο) είναι
οι εργαζόμενοι. Επιβεβαιώνεται, όμως, ότι οι θυσίες που έκαναν το προηγούμενο
διάστημα κάτω από τον εκβιασμό της εργοδοσίας δεν έσωσαν τις θέσεις εργασίας.
Αντίθετα, η πολυεθνική έγινε ακόμα πιο επιθετική, προσπαθώντας να διασφαλίσει
τη θέση της στις συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης και του ανταγωνισμού.
***
Είναι φανερό και σ' αυτήν την περίπτωση ότι τα εργοστάσια δεν τα κλείνουν οι εργαζόμενοι
και οι αγώνες τους, αλλά το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους και ο
ανταγωνισμός στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Μέσα σ' αυτό το
σύστημα, κανένα εργασιακό δικαίωμα, καμιά θέση εργασίας δεν είναι
διασφαλισμένη.
Από το παράδειγμα της ΙΜΑΣ πρέπει να βγουν
συμπεράσματα και για εκείνες τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες, που, αντί να
μπουν μπροστά και να οργανώσουν την πάλη των εργαζομένων απέναντι στις
εργοδοτικές μεθοδεύσεις, ταυτίζονται με το συμφέρον των εργοδοτών και
λειτουργούν σαν μηχανισμός τους, οδηγώντας τους εργαζόμενους από συμβιβασμό σε
συμβιβασμό και από ήττα σε ήττα.
Η γραμμή αυτή του εργοδοτικού - κυβερνητικού
συνδικαλισμού έχει δοκιμαστεί σε πάμπολλες περιπτώσεις και πρέπει να ηττηθεί,
με ενίσχυση της ταξικής γραμμής πάλης, ανασύνταξη του κινήματος, αλλαγή των
συσχετισμών στο συνδικαλιστικό κίνημα.