Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Γραμματεία Εμπορίου-Υπηρεσιών ΠΑΜΕ :Μια επιστολή εργαζόμενου με αφορμή τη διαφήμιση του ΑΒ Βασιλόπουλου

Με την παρακάτω επιστολή μου θα ήθελα να σας εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες και να σας συγχαρώ για την ακόμα μια καταπληκτική διαφημιστική καμπάνια. Δεν είναι βέβαια σαν τη Χριστουγεννιάτικη διαφήμιση, που η φράση «εύχομαι όλος ο κόσμος να έχει γεμάτο τραπέζι» που προκαλούσε θαυμασμό και συγκίνηση αλλά κινείται σε εξίσου υψηλά στάνταρς.
Βλέπετε οι μέρες των Χριστουγέννων είναι φορτισμένες συναισθηματικά και μια τόσο δυνατή ευχή σου έφερνε αυτομάτως ένα (τουλάχιστον) δάκρυ στο μάτι. Τότε μάλιστα θυμάμαι καθόμουν στο τραπέζι της κουζίνας, που ήταν όντως γεμάτο από διάφορα πράγματα.. Μια καφετέρια, μια φρουτιέρα, μια ψωμιέρα… Το σπίτι είναι μικρό και η κουζίνα ακόμα μικρότερη. Δεν έχουμε παράπονο
όμως.. Τα παιδιά έχουν ξεχωριστό δωμάτιο. «Κοίτα να δεις που η ευχή του τότε μικρού παιδιού και μετέπειτα επιχειρηματία, μπορεί και να βγήκε αληθινή» σκέφτηκα..
 Εκείνο όμως που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση και δεν το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι σήμερα ήταν ότι το πρώτο μαγαζί της αλυσίδας, είχε φτιαχτεί την περίοδο της μεγάλης κρίσης 1929-32.. Και μου ήρθαν κάπως αυτόματα στο νου τα λόγια του παππού μου: «Εκείνη την εποχή μπακάλικα δεν είχαν όποιοι και όποιοι»…
 Σήμερα που σας γράφω αυτές τις λέξεις δεν είναι τόσο γεμάτο το τραπέζι. Ε, μας χάλασε η καφετιέρα (δώρο γάμου φυσικά) και δεν μπορέσαμε να πάρουμε άλλη. Ίσως καταφέρουμε ξανά σε δυο χρόνια. Εκτός κι αν ξαναπαντρευτώ. Βέβαια για να λέμε και του στραβού το δίκιο ήταν και υπερβολή να πίνουμε καφέ φίλτρου, αυτήν την εποχή. Δεν είναι για εμάς αυτά.. Εμείς είμαστε για κάνα στιγμιαίο με σέικερ από το περίπτερο!
 Αλλά ας μη μονολογώ με τα δικά μου..
 Σε αυτή τη δύσκολη εποχή, όταν λέτε ότι κάνατε 800 προσλήψεις (έτσι μας διάβασε ο υπεύθυνος του καταστήματος σε μια επιστολή σας), είμαστε και μείς που μας αγοράσατε μαζί με την τοπική αλυσίδα; Είναι και οι άλλοι εργαζόμενοι που αγοράσατε μαζί με τα άλλα μικρότερα καταστήματα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας; Ψιλά γράμματα και μικρής σημασίας μάλλον, αφού τα νούμερα έχουν σημασία..
 Τώρα θα μου πείτε και με το δίκιο σας «οι δικές μας παπάτζες σε ενόχλησαν. Δε βλέπεις τι τέρατα γράφουν οι άλλοι, δε βλέπεις τιςδιαφημίσεις τους»; Η αλήθεια είναι ότι δεν πρέπει να υπάρχει παράπονο, όλοι τα ίδια κάνουν και παρουσιάζουν. Από επιλογές εργασιακών παραδείσων στο εμπόριο και στα σούπερ μάρκετ άλλο τίποτα.
 Ας επανέλθουμε όμως στο θέμα μας που είναι η τωρινή διαφήμιση του ΑΒ και το εμπνευσμένο ερώτημά της «Γιατί εδώ;».. Ξέρετε την πρώτη φορά που είδα τη διαφήμιση, η τηλεόραση ήταν στο αθόρυβο. Νόμιζα ότι ήταν διαφήμιση του Δήμου Θεσσαλονίκης και μου ήρθαν στο μυαλό οι μήνες που έμεινα εκεί. Ήταν μάλιστα τη χρονιά με τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, που χιλιάδες κατέβαιναν στο λιμάνι να εμποδίσουν τα στρατεύματα. Βάφανε πάνω σε αυτά με κόκκινη μπογιά «killersgohome». Φαντάζομαι και εσείς τότε θα ήσασταν όπως και σήμερα ενάντια σε τέτοιους πολέμους.
 Όσο συνέχιζε η διαφήμιση και είδα μια αναμαλλιασμένη να πηγαίνει νύχτα στο σούπερ μάρκετ, σκιάχτηκα!
 «Άρχισαν να τα ανοίγουν και τη νύχτα..; Ποια Κυριακή αργία. Εδώ μας παίρνουν και τον ύπνο μας», μονολόγησα.. Ευτυχώς ξημέρωσε γρήγορα στη διαφήμιση και κάπως ηρέμησα. Να σας πω την αλήθεια βοήθησαν και τα τόσα χαρούμενα πρόσωπα μες στο κατάστημα! Λες και είχαν κερδίσει δωροεπιταγές για τα ψώνια του μήνα αλλά μπαααα.. Τελικά μιλούσαν και δούλευαν με τη διευθύντρια προσωπικού! Η οποία προφανώς θα είναι και στο σωματείο της, ένα από αυτά που στήνουν οι εργοδότες για να μας βγάζουν από τον κόπο. Διότι όπως σας είπα και πριν «φροντίζουν για εμάς». Τι νομίζετε; Ότι αυτά τα μεγάλα σωματεία που απ’ ότι μαθαίνω μιλούν εκ μέρους μας, που οι επιτελάρχες τους είναι τα διευθυντικά στελέχη σε όλες τις μεγάλες αλυσίδες, δε νοιάζονται για εμάς; Δεν έχουν καθημερινό καημό το άγχος μας; Δεν έχουν τις ίδιες έγνοιες με εμάς τους 4ωριτες, με εμάς που παίρνουμε 200 ευρώ, με εμάς που αλλάζουμε πόστα με ρυθμούς break-dance;
 Ε λοιπόν στο σταυρό που σας κάνω, αν δεν είχα τις υποχρεώσεις μου να με κρατάνε εδώ, θα σας έλεγα πως ήμουν έτοιμος να εκμεταλλευτώ εκείνο το ευεργετικό σημείο της σύμβασής μου, που αναφέρει πως η επιχείρηση μπορεί να με στείλει σε οποιοδήποτε κατάστημα στην Ελλάδα! Γιατί η επιχείρηση φροντίζει να μαθαίνουμε νέα μέρη, νέα τοπία, να ανακαλύπτουμε ταξιδεύοντας! Τέτοια χαρά πήρα ο έρμος..
 Μπορεί τα λεφτά που παίρνω να μη φτάνουν για να πάμε οικογενειακώς στην αγαπημένη Θεσσαλονίκη, αλλά πραγματικά με τη διαφήμιση ήταν σαν να πήγα. Το βράδυ όταν ξάπλωσα για να κοιμηθώ ήμουν χαρούμενος με το ταξίδι της σκέψης. Όμως στα δόντια είχε μείνει αναπάντητο το ερώτημα «Γιατί εδώ;» αλλά και πώς μπορεί αυτό το ερώτημα να το διαβάζει ο καθένας μας…
 Πως το λέει ο συνάδελφος που δεν ξέρω ούτε το όνομα του κι ας δουλεύουμε τις ίδιες βάρδιες; Πως το λέει εκείνος που έμεινε σκυμμένος μέσα στο ψυγείο, επειδή τον βαρέθηκε η μέση του; Πως το λέει εκείνη που τα γόνατα της δεν τη σηκώνουν από το τελευταίο ράφι; Πως το λέει ο διπλανός που είχε πάρει δάνειο να φτιάξει ένα σπίτι για να φύγει απ το νοίκι και τώρα κρύβεται από τις τράπεζες και τις εισπρακτικές για να μην του το πάρουν; Πως το λέμε όλοι μας όταν ο μισθός μας τελειώνει πριν το τέλος του μήνα;
 Με αυτά τα ερωτήματα δεν κοιμήθηκα..Την επιστολή δεν σας την έστειλα. Την έδωσα στον συνάδελφο. Έμαθα και το όνομά του. Γιάννη τον λένε. Έχει και εκείνος δυο παιδιά. Η μέση του είναι καλύτερα, αλλά για πόσο ακόμα δεν ξέρει. Ζήτησε να τον βγάλουν απ’ τα ψυγεία. Όμως κάθε μέρα εκεί τον βλέπω. Μάλλον θα βγει μια και καλή αν το ξαναζητήσει. Όσο αντέξει λέει..
 Και τα ερωτήματα πληθαίνουν..
 Πως γίνεται μια εταιρεία να είναι πρώτη σε κέρδη στην Ελλάδα και οι εργαζόμενοι τελευταίοι; Πως γίνεται να ξοδεύουν (επενδύουν το λένε εκείνοι) μέσα σε ένα χρόνο εκατομμύρια ευρώ και εμείς να βλέπουμε συνεχώς μειώσεις; Πως γίνεται ο κάθε σουπερμαρκετικος όμιλος να υποστηρίζει τάχα τους εργαζόμενους για να δείχνει πρόσωπο στην κοινωνία αλλά οι μισθοί μας συνολικά να κατρακυλούν, η απλήρωτη εργασία να μεγαλώνει, η εντατικοποίηση μας να βαράει κόκκινο;
 Απαντήσεις υπάρχουν.. Τις βρήκα.
 Και τελικά το δύσκολο δεν ήταν να απαντηθούν οι ερωτήσεις. Το δύσκολο είναι να καταλήξεις σε αυτές τις ερωτήσεις και να τις απευθύνεις σε αυτούς που πραγματικά ενδιαφέρονται για μας. Αυτό είναι το δύσκολο.
 «Γιατί τώρα;». Μα γιατί τώρα είναι η δική μας ώρα!