Μία εικόνα της σχολικής διαρροής από το Δημοτικό έως το Λύκειο δίνει η μελέτη που έδωσε στη δημοσιότητα πριν μερικές βδομάδες το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), αποτυπώνοντας την κατάσταση σε επίπεδο βαθμίδας, περιφέρειας και φύλου.
Η μελέτη του ΙΕΠ αφορά την επεξεργασία και την ανάλυση δεδομένων για τη μαθητική διαρροή στην ελληνική δημόσια Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση κατά την περίοδο 2013 - 2016. Το 2008 χρονολογείται η τελευταία έρευνα του
Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για τη μαθητική διαρροή και αφορούσε τα δεδομένα της γενιάς μαθητών/-τριών 2003 - '4.
Με βάση, λοιπόν, τον αριθμό των μαθητών/-τριών που δεν ολοκλήρωσαν τη φοίτηση προς τον αριθμό αυτών που εγγράφηκαν κανονικά, διαπιστώνεται σημαντική απόκλιση στα ποσοστά διαρροής μεταξύ τύπων σχολείου και βαθμίδων. Το μεγαλύτερο ποσοστό διαπιστώνεται στη Δευτεροβάθμια τυπική Επαγγελματική Εκπαίδευση (11%), αναδεικνύοντας για μια ακόμα φορά πως οι διακηρύξεις περί αναβάθμισής της διαψεύδονται από την πραγματικότητα. Ο μεγαλύτερος όγκος μαθητών διαρρέει στο Γυμνάσιο (4.338 μαθητές) με σημαντικά αυξημένο ποσοστό (4,23%) σε σχέση με το Δημοτικό (1,79% στις τρεις πρώτες τάξεις και 1,65% στις τρεις τελευταίες) ή το Γενικό Λύκειο (1,92%). Την ίδια στιγμή, τα θεσμοθετημένα αντισταθμιστικά μέτρα όπως η Ενισχυτική Διδασκαλία και η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη παραμένουν πίσω από τις ανάγκες, ξεκινώντας με μεγάλη καθυστέρηση και ενώ έχει περάσει ένα μεγάλο μέρος της σχολικής χρονιάς.
Η μελέτη έδειξε ότι τα ποσοστά διαρροής κάθε εξεταζόμενης βαθμίδας οφείλονταν κυρίως στην πρώτη τάξη για κάθε ομάδα μαθητών που εξετάζεται. Για παράδειγμα, απ' όσους διαρρέουν στο Γυμνάσιο, το 93% διαρρέει από την Α' Γυμνασίου (περιλαμβάνονται και όσοι δεν φοίτησαν καθόλου στο Γυμνάσιο) και το 1,8% εγκαταλείπει το σχολείο στη Γ' Γυμνασίου. Αντίστοιχα, οι 3 στους/στις 4 μαθητές/-τριες που διαρρέουν στο Λύκειο, εγκαταλείπουν από την Α' Λυκείου, ενώ ακριβώς η ίδια ποσόστωση διαρροής (3 στους 4) από την πρώτη τάξη εμφανίζεται στο Δημοτικό.
Παρατηρείται ότι τα αγόρια εμφανίζουν σταθερά υψηλότερα ποσοστά διαρροής από τα κορίτσια (μεσοσταθμικά, 3,3% έναντι 2,5%) σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και τους τύπους σχολείων. Μεγαλύτερη απόκλιση των επιμέρους ποσοστών εμφανίζεται στο Γυμνάσιο, όπου τα αγόρια διαρρέουν κατά 35% περισσότερο από τα κορίτσια (4,82% και 3,58% αντίστοιχα). Στο Δημοτικό δεν παρατηρείται αξιοσημείωτη διαφοροποίηση, ενώ τόσο στο Λύκειο όσο και στα ΕΠΑΛ η διαρροή είναι κατά περίπου 15% μεγαλύτερη για τα αγόρια έναντι των κοριτσιών.
Η μείωση της μαθητικής διαρροής συμπεριλαμβάνεται στους στόχους που έχει θέσει με ορίζοντα το 2020 η ΕΕ, στο πλαίσιο του ρόλου που θέλει να παίξει η εκπαίδευση στη στρατηγική της «ανταγωνιστικότητας». Τα ίδια αστικά επιτελεία ούτε σε επίπεδο διακήρυξης δεν μιλούν για εκπαίδευση που θα παρέχεται ισότιμα, με την ίδια διάρκεια, με περιεχόμενο αντίστοιχο με τις σύγχρονες πραγματικές ανάγκες του λαού, σε όλα τα παιδιά. Η αγωνία από αυτή τη σκοπιά για μείωση της μαθητικής διαρροής, σε συνδυασμό με τη φυσιογνωμία και το περιεχόμενο που προσδίδουν στο σχολείο, εκφράζουν τους προβληματισμούς σε διεθνές επίπεδο για το αναγκαίο ελάχιστο γνωστικό υπόβαθρο που πρέπει να χαρακτηρίζει την εργατική δύναμη, προκειμένου να συμμετάσχει στην καπιταλιστική αναπαραγωγή, αλλά και να αποδέχεται την αιωνιότητα των καπιταλιστικών σχέσεων.