Οι βιομήχανοι στον κλάδο της Χαλυβουργίας αξιοποιούν τις απολύσεις και τις διαθεσιμότητες για να περιορίσουν τις συνέπειες της κρίσης στις επιχειρήσεις τους, αλλά και για να πιέσουν την κυβέρνηση να νομοθετήσει νέα μέτρα προς όφελός τους, όπως το φτήνεμα της Ενέργειας που χρησιμοποιούν. Τα ίδια επιχειρήματα αναμασούν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των επιχειρησιακών σωματείων σε «Χαλυβουργική» και «Χαλυβουργία Ελλάδας», η ΠΟΕΜ, αλλά και πολιτικές δυνάμεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που στηρίζει το αίτημα των βιομηχάνων για φτηνότερη Ενέργεια.
Μπορεί το φάσμα της ανεργίας να αναγκάζει τους εργαζόμενους «να πιαστούν από τα μαλλιά τους», πρέπει όμως να έχουν καθαρό πως δεν πρόκειται να σώσουν
τη δουλειά τους επειδή υιοθετούν τους ίδιους στόχους με την εργοδοσία, επειδή ανέχονται να σηκώνουν σημαίες ξένες προς τα συμφέροντά τους, όπως τους καλεί να κάνουν η συνδικαλιστική πλειοψηφία. Ορισμένα στοιχεία που δημοσίευσε ήδη ο «Ριζοσπάστης» (15/2/2014) μπορούν να βοηθήσουν στο να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα, τόσο για τα αίτια της σημερινής κατάστασης, όσο και για τη διέξοδο που συμφέρει τους εργαζόμενους.
1. Οι απολύσεις, οι διαθεσιμότητες και άλλες αντεργατικές ανατροπές στον κλάδο είναι συνέπεια της καπιταλιστικής κρίσης και γίνονται στο πλαίσιο της προσπάθειας της εργοδοσίας να τη διαχειριστεί προς όφελός της και σε βάρος των εργαζομένων. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί να εγγυηθεί τις θέσεις εργασίας, ούτε σε ανάπτυξη, ούτε, πολύ περισσότερο, σε κρίση, ανεξάρτητα από το πόσες θυσίες θα δεχτούν να κάνουν οι εργαζόμενοι.
2. Ο κλάδος της Χαλυβουργίας επηρεάστηκε εν πολλοίς από την κρίση στον κλάδο των Κατασκευών. Κι αυτό καθώς το περιεχόμενο της παραγωγής της ελληνικής χαλυβουργίας είναι κυρίως χάλυβας για οπλισμό κατασκευών. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη «Χαλυβουργική», «η ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην Ελλάδα έχει μειωθεί από 2.500.000 τόνους ετησίως προ κρίσης, στο επίπεδο των 300.000 τόνων, ήτοι οκτώ φορές λιγότερο».
3. Την προηγούμενη περίοδο, η μεγάλη κατασκευαστική δραστηριότητα (μεγάλα έργα, Ολυμπιακοί Αγώνες, κατασκευή σπιτιών) οδήγησε σε μεγάλη παραγωγή στον κλάδο. Στις νέες συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολο να συνεχίσουν να λειτουργούν όλες οι μονάδες χαλυβουργίας. Η παραγωγή είναι πολύ μεγάλη για την εγχώρια ζήτηση, οι πιθανές εξαγωγές δεν μπορούν να απορροφήσουν όλη την παραγωγή, ενώ η παραγωγή θα αυξηθεί και στις άλλες χώρες που έχουν κατασκευαστικό «μπουμ». Κι αυτό επειδή είναι φθηνότερο για τον καπιταλιστή να παράγει απευθείας στην Αίγυπτο ή στη Λιβύη, παρά να μεταφέρει σ' αυτές τις χώρες έτοιμα σίδερα από την Ελλάδα. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, είναι αναπόφευκτο να προχωρήσουν εξαγορές, συγχωνεύσεις και μεταφορά παραγωγής στο εξωτερικό, που σημαίνει και απώλεια θέσεων εργασίας στην Ελλάδα, ακόμα κι αν οι βιομήχανοι εξασφαλίσουν τελικά μείωση στην τιμή της Ενέργειας που καταναλώνουν.
4. Οι χαλυβουργίες στην Ελλάδα δεν ανταγωνίζονται για εξαγωγές τις βιομηχανίες στη Γαλλία, στην Ιταλία και τη Γερμανία, όπως ισχυρίζονται οι βιομήχανοι. Αντίθετα, ανταγωνίζονται κυρίως την Τουρκία και την Ισπανία. Η Τουρκία, ωστόσο, διαθέτει επιπλέον ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς συγκεντρώνει τα μεγαλύτερα διαλυτήρια πλοίων της Ευρώπης και πάμφθηνη εργατική δύναμη. Αρα, το scrap είναι φθηνότερο και έχει και μικρότερο μεταφορικό κόστος.
5. Οι υψηλές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου δεν πέφτουν απ' τον ουρανό, δεν είναι αποτέλεσμα κακών οιωνών. Είναι προϊόν της πολιτικής ΕΕ - μονοπωλίων για την απελευθέρωση της αγοράς Ενέργειας. Εχουν άμεση σχέση με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, τη λειτουργία και άλλων ιδιωτικών μονάδων παραγωγής Ενέργειας, με γνώμονα την κερδοφορία τους.
6. Τόσο ο ΣΕΒ, όσο και οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες συγκαλύπτουν ότι τυχόν διμερείς συμφωνίες για προνομιακές τιμές ρεύματος οδηγούν σε υψηλές τιμές για τους λαϊκούς καταναλωτές, αφού το φθηνό ρεύμα θα αξιοποιείται απ' τη βιομηχανία. Ενώ ταυτόχρονα οδηγούν στη συμπίεση των μισθών των εργαζομένων στην ηλεκτρική ενέργεια. Ολοι αυτοί καλούν τους χιλιάδες μεταλλεργάτες, που δεν έχουν φέτος να αγοράσουν πετρέλαιο θέρμανσης για να ζεστάνουν τα παιδιά τους ή ζουν με κομμένο ρεύμα, να παλέψουν για να έχουν οι βιομήχανοι φθηνότερο ρεύμα!
Οπως προκύπτει, το αίτημα των βιομηχάνων για φθηνότερη Ενέργεια εντάσσεται στο πλαίσιο των ενδοαστικών ανταγωνισμών, στην προκειμένη περίπτωση με τα μονοπώλια της Ενέργειας, με στόχο και των δύο να διασφαλίσουν την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητά τους. Η διαμάχη αυτή δεν αφορά τα συμφέροντα των εργαζομένων και με βεβαιότητα θα καταλήξει σε βάρος τους. Συμφέρον των εργαζομένων είναι να αντιπαλέψουν τις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις, με πλαίσιο που τους φέρνει αντικειμενικά σε ρήξη με την εργοδοσία και το κράτος της.
Οσο βαθύτερα συνειδητοποιείται ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και η αναρχία που τον χαρακτηρίζει είναι η πηγή των δεινών για τους εργαζόμενους, σε ανάπτυξη και κρίση, όσο καλύτερα αναδεικνύεται η ανάγκη του άλλου δρόμου ανάπτυξης, με κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και οργάνωση της οικονομίας με κριτήριο της λαϊκές ανάγκες, τόσο τα ιδεολογήματα εργοδοσίας - εργατοπατέρων θα ξεφτίζουν, τόσο θα ενισχύεται η άμυνα των εργαζομένων στην επίθεση που δέχονται.
Μπορεί το φάσμα της ανεργίας να αναγκάζει τους εργαζόμενους «να πιαστούν από τα μαλλιά τους», πρέπει όμως να έχουν καθαρό πως δεν πρόκειται να σώσουν
τη δουλειά τους επειδή υιοθετούν τους ίδιους στόχους με την εργοδοσία, επειδή ανέχονται να σηκώνουν σημαίες ξένες προς τα συμφέροντά τους, όπως τους καλεί να κάνουν η συνδικαλιστική πλειοψηφία. Ορισμένα στοιχεία που δημοσίευσε ήδη ο «Ριζοσπάστης» (15/2/2014) μπορούν να βοηθήσουν στο να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα, τόσο για τα αίτια της σημερινής κατάστασης, όσο και για τη διέξοδο που συμφέρει τους εργαζόμενους.
1. Οι απολύσεις, οι διαθεσιμότητες και άλλες αντεργατικές ανατροπές στον κλάδο είναι συνέπεια της καπιταλιστικής κρίσης και γίνονται στο πλαίσιο της προσπάθειας της εργοδοσίας να τη διαχειριστεί προς όφελός της και σε βάρος των εργαζομένων. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν μπορεί να εγγυηθεί τις θέσεις εργασίας, ούτε σε ανάπτυξη, ούτε, πολύ περισσότερο, σε κρίση, ανεξάρτητα από το πόσες θυσίες θα δεχτούν να κάνουν οι εργαζόμενοι.
2. Ο κλάδος της Χαλυβουργίας επηρεάστηκε εν πολλοίς από την κρίση στον κλάδο των Κατασκευών. Κι αυτό καθώς το περιεχόμενο της παραγωγής της ελληνικής χαλυβουργίας είναι κυρίως χάλυβας για οπλισμό κατασκευών. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη «Χαλυβουργική», «η ζήτηση προϊόντων χάλυβα στην Ελλάδα έχει μειωθεί από 2.500.000 τόνους ετησίως προ κρίσης, στο επίπεδο των 300.000 τόνων, ήτοι οκτώ φορές λιγότερο».
3. Την προηγούμενη περίοδο, η μεγάλη κατασκευαστική δραστηριότητα (μεγάλα έργα, Ολυμπιακοί Αγώνες, κατασκευή σπιτιών) οδήγησε σε μεγάλη παραγωγή στον κλάδο. Στις νέες συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολο να συνεχίσουν να λειτουργούν όλες οι μονάδες χαλυβουργίας. Η παραγωγή είναι πολύ μεγάλη για την εγχώρια ζήτηση, οι πιθανές εξαγωγές δεν μπορούν να απορροφήσουν όλη την παραγωγή, ενώ η παραγωγή θα αυξηθεί και στις άλλες χώρες που έχουν κατασκευαστικό «μπουμ». Κι αυτό επειδή είναι φθηνότερο για τον καπιταλιστή να παράγει απευθείας στην Αίγυπτο ή στη Λιβύη, παρά να μεταφέρει σ' αυτές τις χώρες έτοιμα σίδερα από την Ελλάδα. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, είναι αναπόφευκτο να προχωρήσουν εξαγορές, συγχωνεύσεις και μεταφορά παραγωγής στο εξωτερικό, που σημαίνει και απώλεια θέσεων εργασίας στην Ελλάδα, ακόμα κι αν οι βιομήχανοι εξασφαλίσουν τελικά μείωση στην τιμή της Ενέργειας που καταναλώνουν.
4. Οι χαλυβουργίες στην Ελλάδα δεν ανταγωνίζονται για εξαγωγές τις βιομηχανίες στη Γαλλία, στην Ιταλία και τη Γερμανία, όπως ισχυρίζονται οι βιομήχανοι. Αντίθετα, ανταγωνίζονται κυρίως την Τουρκία και την Ισπανία. Η Τουρκία, ωστόσο, διαθέτει επιπλέον ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς συγκεντρώνει τα μεγαλύτερα διαλυτήρια πλοίων της Ευρώπης και πάμφθηνη εργατική δύναμη. Αρα, το scrap είναι φθηνότερο και έχει και μικρότερο μεταφορικό κόστος.
5. Οι υψηλές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου δεν πέφτουν απ' τον ουρανό, δεν είναι αποτέλεσμα κακών οιωνών. Είναι προϊόν της πολιτικής ΕΕ - μονοπωλίων για την απελευθέρωση της αγοράς Ενέργειας. Εχουν άμεση σχέση με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, τη λειτουργία και άλλων ιδιωτικών μονάδων παραγωγής Ενέργειας, με γνώμονα την κερδοφορία τους.
6. Τόσο ο ΣΕΒ, όσο και οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες συγκαλύπτουν ότι τυχόν διμερείς συμφωνίες για προνομιακές τιμές ρεύματος οδηγούν σε υψηλές τιμές για τους λαϊκούς καταναλωτές, αφού το φθηνό ρεύμα θα αξιοποιείται απ' τη βιομηχανία. Ενώ ταυτόχρονα οδηγούν στη συμπίεση των μισθών των εργαζομένων στην ηλεκτρική ενέργεια. Ολοι αυτοί καλούν τους χιλιάδες μεταλλεργάτες, που δεν έχουν φέτος να αγοράσουν πετρέλαιο θέρμανσης για να ζεστάνουν τα παιδιά τους ή ζουν με κομμένο ρεύμα, να παλέψουν για να έχουν οι βιομήχανοι φθηνότερο ρεύμα!
Οπως προκύπτει, το αίτημα των βιομηχάνων για φθηνότερη Ενέργεια εντάσσεται στο πλαίσιο των ενδοαστικών ανταγωνισμών, στην προκειμένη περίπτωση με τα μονοπώλια της Ενέργειας, με στόχο και των δύο να διασφαλίσουν την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητά τους. Η διαμάχη αυτή δεν αφορά τα συμφέροντα των εργαζομένων και με βεβαιότητα θα καταλήξει σε βάρος τους. Συμφέρον των εργαζομένων είναι να αντιπαλέψουν τις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις, με πλαίσιο που τους φέρνει αντικειμενικά σε ρήξη με την εργοδοσία και το κράτος της.
Οσο βαθύτερα συνειδητοποιείται ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και η αναρχία που τον χαρακτηρίζει είναι η πηγή των δεινών για τους εργαζόμενους, σε ανάπτυξη και κρίση, όσο καλύτερα αναδεικνύεται η ανάγκη του άλλου δρόμου ανάπτυξης, με κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και οργάνωση της οικονομίας με κριτήριο της λαϊκές ανάγκες, τόσο τα ιδεολογήματα εργοδοσίας - εργατοπατέρων θα ξεφτίζουν, τόσο θα ενισχύεται η άμυνα των εργαζομένων στην επίθεση που δέχονται.