Ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του ΕΑΜ, από νωρίς
το πρωί, χιλιάδες κόσμου άρχισαν να συρρέουν στις προσυγκεντρώσεις, που είχαν
καθοριστεί σε κάθε λαϊκή συνοικία της Αθήνας και του Πειραιά.
Σύντομα, τα δεκάδες ρυάκια λαού συνέκλιναν σε
μια τεράστια λαοθάλασσα με κατεύθυνση την πλατεία Συντάγματος. Καθώς η κεφαλή
της πορείας
πλησίαζε την πλατεία, οι αστυνομικές δυνάμεις, που ήταν
παραταγμένες μπροστά στο κτήριο του Αρχηγείου της Αστυνομίας (γωνία
Πανεπιστημίου & Βασιλίσσης Σοφίας), άνοιξαν πυρ στο άοπλο πλήθος.
Οι πυροβολισμοί πύκνωσαν από διάφορες
κατευθύνσεις σκορπώντας το θάνατο: 21 νεκροί και 140 τραυματίες ο απολογισμός
της θρασύδειλης αυτής επίθεσης.Η λαϊκή μάζα υποχώρησε.
Όταν όμως κόπασαν τα πυρά και δόθηκε το σήμα
από την οργανωτική επιτροπή του συλλαλητηρίου, ξεχύθηκε και πάλι με ορμή
ανακαταλαμβάνοντας την πλατεία.
Στις 14:30 το Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ εξέδωσε «Διαταγή
επιχειρήσεων» για τον αφοπλισμό των αστυνομικών τμημάτων και της Χωροφυλακής,
ενώ το ίδιο βράδυ τμήματα της Ορεινής Ταξιαρχίας κινήθηκαν και εγκαταστάθηκαν
στα Παλιά Ανάκτορα, το Μετοχικό Ταμείο Στρατού και το Πανεπιστήμιο.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσόρτσιλ, από τη μεριά
του, πίεζε τον στρατηγό Ουίλσον (ανώτατο αρχηγό των χερσαίων συμμαχικών
δυνάμεων Μεσογείου) να αποσπάσει δυνάμεις από το Ιταλικό μέτωπο και να τις
αποστείλει άμεσα στην Αθήνα: «Είμαι βέβαιος», τόνιζε σε σχετικό του
τηλεγράφημα, «ότι βλέπετε την κατάσταση με στενό πνεύμα. Καταστροφή στην Ελλάδα
λόγω ελλείψεως λίγων Ταγμάτων θα ήταν λυπηρό πράγμα και θα είχε συνέπειες σε
μεγάλη κλίμακα. Η καταστροφή στην Αθήνα δεν ισοσταθμίζεται με την κατάληψη της
Μπολώνιας.»
ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ένα χρόνια πέρασαν από τότε. Ηταν Κυριακή 3 του Δεκέμβρη 1944. Είναι η Κυριακή που ο λαός την ονομάτισε ματωμένη και έτσι επίσης την έχει καταγράψει η
ιστορία μας.
ΠΕΝΗΝΤΑ μέρες κράτησε η λευτεριά της Αθήνας κι
άλλες τόσες της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Μέσα στις πενήντα αυτές μέρες
έπρεπε να πραγματοποιηθούν όλα όσα πρόβλεπαν οι συμφωνίες του Λιβάνου. Θα
'πρεπε να 'χε αρχίσει ο ριζικός ηθικός καθαρμός, η δίκη και καταδίκη των
δοσιλόγων, να ξεκαθαριστεί η αστυνομία, το δικαστικό σώμα, η χωροφυλακή και περισσότερο
απ' όλα η δημοκρατική ανασυγκρότηση του στρατού. Να αρχίσει έγκαιρα η
προετοιμασία για το δημοψήφισμα και τις ελεύθερες εκλογές.
ΟΜΩΣ, οι πενήντα μέρες απέδειξαν ότι οι
ελληνικές αντιδραστικές δυνάμεις φοβούνταν την ομαλή αυτή λύση, γιατί έτσι θα είχαν
εξαφανιστεί. Γι' αυτό και με όλα τα μέσα και τους Εγγλέζους και τα κανόνια του
Σκόμπι προτιμούσαν ν' ανοίξουν την «πύλη» του εμφύλιου πολέμου παρά να
υποταχθούν στη θέληση του λαού, εφαρμόζοντας αυτά που πρόβλεπαν οι συμφωνίες.
ΕΝΑΣ μικρός λαός έλεγε και ξανάλεγε το μεγάλο
«ΟΧΙ» κι ήταν η τρίτη φορά που ακουγόταν και που ήταν βεβαίωση λεβεντιάς και
αρετής. Στα βουνά της Αλβανίας πάλεψε τους φασίστες επιδρομείς. Εδωσε τότε,
στην υπόδουλη στους ναζί Ευρώπη, την πρώτη νίκη και τη χαρά της ελπίδας για
νικηφόρα έκβαση της αντιφασιστικής μάχης.
ΕΠΕΙΤΑ φτάνει η Εθνική Αντίσταση. Χρόνια φοβερής
δοκιμασίας, η χώρα μας ανυπότακτη πολεμούσε σε πόλεις και χωριά τους εισβολείς.
Ο Μάρκος Αυγέρης γράφοντας για το Δεκέμβρη του 1944 σημείωνε σχετικά: «Αυτό το
"ΟΧΙ" το είπε ο ελληνικός λαός στ' αλβανικά βουνά, το είπε στα
ελληνικά, κι έπειτα το Δεκέμβρη του 1944 στην Αθήνα.
ΕΙΝΑΙ διαδοχικά τρία "ΟΧΙ" που το ένα
ανταμώνει τ' άλλο καλοδεμένα, ταυτόσημα. Το "ΟΧΙ" του Δεκέμβρη του
1944, παρατηρεί ο Αυγέρης, είναι η λογική συνέπεια σ' όλον τον προηγούμενο
αγώνα του λαού μας. Είναι η τελική επιβεβαίωση και η επισφράγισή του.
"ΟΧΙ" δε δέχομαι τη βία. Την ξένη θέληση, την υποδούλωση. Αγωνίζομαι
ως τα έσχατα για την ελευθερία, για την αξιοπρέπεια για την τιμή. Δε δέχομαι
επέμβαση στα εσωτερικά μου, δεν παραχωρώ τίποτα από τα δικαιώματα δεν ντροπιάζω
τα τιμημένα όπλα μου, δεν καταισχύνω την ιστορία μου, δεν προδίδω τα ιερά.
"ΟΧΙ" δεν παραδίνομαι...».
ΚΙ ΑΥΤΟ ήταν που είπε ο ελληνικός λαός το
Δεκέμβρη στους Αγγλους ιμπεριαλιστές. Κι αυτό ήταν σύμφωνο με τον εαυτό του
αλλά και με την ιστορία του, με τις μεγάλες παραδόσεις, με τους αγώνες του.
Φυσικά αυτά τα τρία «ΟΧΙ» δεν τα είπαν τα σκυλόψαρα της ελληνικής ολιγαρχίας.
Δεν τα είπαν οι δουλόφρονες, οι ξένοι πράκτορες, αυτοί που συνεργάστηκαν με
τους ξένους. Συνεργάτες άθλιοι.
Ο ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ του '44 θα μείνει μέσα στην ιστορία μας
σαν μια από τις μεγαλύτερες ηθικές κληρονομιές. Μένει σαν ιερή παρακαταθήκη
μιας νεότητας, από τις πιο ηρωικές του κόσμου, που θυσιάστηκε για την τιμή και
την ελευθερία.
«Ο ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ του '44, παρατηρεί ο Μάρκος Αυγέρης,
στάθηκε μια εξέγερση της ανθρώπινης και της εθνικής αξιοπρέπειας. Ακούστηκε,
τότε ολούθε η παλιά αγέρωχη κραυγή ενός αιωνόβιου λαού. "ΟΧΙ",
"Μολών λαβέ". Η αδούλωτη Αθήνα κι ο Πειραιάς πολέμησαν 33 μέρες πάνω
στα οδοφράγματα τους Αγγλους αποικιοκράτες και τον κόσμο της προδοσίας, του
δοσιλογισμού.
ΕΚΕΙΝΟ το αξέχαστο πανό της κηδείας των θυμάτων
που έστελνε παντού το μήνυμα: "Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον
κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα". Ο Δεκέμβρης
του 1944 θα μένει στην ιστορία μας σαν μια από τις μεγαλύτερες ηθικές
κληρονομιές. Θα μείνει σαν μια κορυφαία παράδοση ηρωισμού και περιφρόνησης στο
θάνατο και θα εξυψώνει αδιάκοπα την εθνική ζωή του λαού μας».