Το επιχείρημα των «ρετιρέ», των «προνομιούχων» και των «μπαταχτσήδων» που πάντα βρίσκουν τρόπους να φεύγουν από την τσιμπίδα της Εφορίας είναι γνωστό, παλιό και βολικό. Κάθε αστική κυβέρνηση σηκώνει το ζήτημα της πάταξης της φοροδιαφυγής, όταν πρόκειται να χτυπήσει με την πολιτική της τους εργαζόμενους και τα φτωχά
λαϊκά στρώματα. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα, με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. «Ο χαμηλόμισθος υπάλληλος πολεοδομίας που γυρνάει στην πόλη με αυτοκίνητο που η αξία του υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ» (δες χτεσινή «Αυγή») είναι το άλλοθι για να νομιμοποιήσει στη συνείδηση του κόσμου το κυνηγητό - και μέσω της φορολόγησης - των λαϊκών νοικοκυριών. Πολύ περισσότερο που το φορολογικό σύστημα στον καπιταλισμό είναι ένα εργαλείο που ευνοεί το μεγάλο κεφάλαιο και διαιωνίζει την αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος.
Δεν μπορεί να υπάρξει «δίκαιο φορολογικό σύστημα», όσο θα υπάρχει το καπιταλιστικό κέρδος και η καπιταλιστική εκμετάλλευση. Αν ήθελε η κυβέρνηση να αποκαταστήσει τις αδικίες, γιατί δεν αυξάνει το συντελεστή φορολόγησης στα κέρδη του κεφαλαίου στο 45%, γιατί δεν καταργεί τον ΦΠΑ στα είδη βασικής κατανάλωσης, τον ΕΝΦΙΑ, τη λεγόμενη εισφορά αλληλεγγύης και άλλους αντιλαϊκούς φόρους; Ούτε το θέλει ούτε το μπορεί μια κυβέρνηση που υπηρετεί τις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας, είτε σε κρίση είτε σε ανάκαμψη.
Τι λέει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ; Οτι θα πατάξει τη φοροδιαφυγή, θα αποκαλύψει τους «παράνομους», θα τους στείλει στη Δικαιοσύνη. Μόνο που ήδη έχει δώσει δείγματα γραφής.
Πρόσφατα, ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε νέες φοροαπαλλαγές στους εφοπλιστές, εκτός από τις 56 που ήδη είναι σε ισχύ από προηγούμενες κυβερνήσεις. Εχει θεσπίσει φοροαπαλλαγές σε επιχειρηματικούς ομίλους που συμμετέχουν σε έργα φυσικού αερίου. Εχει προαναγγείλει και άλλες φοροαπαλλαγές για τους ...«υγιείς» επιχειρηματικούς ομίλους γενικά. Εχει υποσχεθεί ζεστό χρήμα από το ΕΣΠΑ και το «πακέτο Γιούνκερ». Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία διέγραψε πρόστιμα από επιχειρηματικούς ομίλους για φοροδιαφυγή και λαθρεμπόριο.
Για ποια «πάταξη της φοροδιαφυγής» μιλάνε; Και αυτά είναι μέτρα που συνοδεύονται από την αύξηση του ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης για τα λαϊκά νοικοκυριά, την επιβολή του ΕΝΦΙΑ, την εισφορά αλληλεγγύης στους μισθωτούς, την αύξηση του φόρου στο πετρέλαιο των αγροτών, την προκαταβολή φόρου στο 100% για τους ελεύθερους επαγγελματίες, από τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, από το πετσόκομμα του επιδόματος θέρμανσης.
Η ίδια η αστική νομοθεσία, η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος διαμορφώνουν όρους νόμιμης φοροδιαφυγής του μεγάλου κεφαλαίου, πέρα από τους φορολογικούς παραδείσους και τις offshore εταιρείες. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, οι δαπάνες του αστικού κράτους στηρίζονται και αυτές κατά κύριο λόγο στα έσοδα από την υπερφορολόγηση των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Βέβαια και οι επιχειρηματίες πληρώνουν, μόνο που το αστικό κράτος και οι κυβερνήσεις του φροντίζουν να ενισχύουν, να κάνουν τα στραβά μάτια, να νομοθετούν ώστε να αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης και να βγάζουν μεγαλύτερα κέρδη. Η διαμόρφωση του κατάλληλου «φορολογικού περιβάλλοντος που να ευνοεί την ανταγωνιστικότητα» που απαιτούν οι καπιταλιστές, σημαίνει μεγάλες φορολογικές και άλλες διευκολύνσεις.
Είναι, λοιπόν, κυριολεκτικά απάτη η κυβερνητική προπαγάνδα περί προστασίας των λαϊκών νοικοκυριών, μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Ο λαός, οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να παρασυρθούν από τα διάφορα άλλοθι, πρέπει να παλέψουν ενάντια στη νέα φοροεπιδρομή, στα νέα αντιλαϊκά χαράτσια.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψη μας» του Ριζοσπάστη του Σαββάτου 12 Δεκέμβρη 2015