Απ' όσα είχαν γίνει γνωστά μέχρι το βράδυ της Παρασκευής, οι βασικές ανατροπές που αφορούν στα Εργασιακά περιγράφονται παρακάτω.
1. Η κυβέρνηση δεσμεύεται να ψηφίσει την παγίωση όλων των αντεργατικών νόμων για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις που έχουν ψηφιστεί μετά το 2011, οι οποίοι «θα παραμείνουν σε ισχύ μέχρι το τέλος του προγράμματος του ESM. Αυτό περιλαμβάνει τις αναστολές της αρχής της ευνοϊκότητας και την αρχή της επέκτασης», αναφέρεται ρητά στο κείμενο του «συμπληρωματικού μνημονίου», σε αντίθεση με τους προπαγανδιστικούς ισχυρισμούς της κυβέρνησης για τις Συλλογικές Συμβάσεις.
Επιπλέον, δεσμεύεται να συγκροτήσει εκ των προτέρων (έως το Σεπτέμβρη του 2017) ένα «αξιόπιστο διοικητικό σύστημα για την εκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας» των οργανώσεων που υπογράφουν μια κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική σύμβαση. Στην πράξη, δηλαδή, συγκροτείται από τώρα ο μηχανισμός που θα θέτει μόνιμα εμπόδια στη σύναψη κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων και στη δυνατότητα επέκτασής τους σε ολόκληρο τον κλάδο ή το επάγγελμα, στο όνομα της «έλλειψης αντιπροσωπευτικότητας»...
Κατά τον ίδιο τρόπο παραμένει επ' αόριστον σε ισχύ όλο το άθλιο αντεργατικό πλαίσιο για την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), που προβλέπουν η σχετική ΠΥΣ του 2012 και οι νόμοι που την ακολούθησαν. Κατ' επέκταση, διατηρούνται «στο γύψο» οι κατώτεροι μισθοί των 586 ευρώ μεικτά για τους εργαζόμενους άνω των 25 ετών και των 511 ευρώ μεικτά για τους νέους εργαζόμενους.
2. Κομβικό στοιχείο στην παραπέρα ενίσχυση του εργασιακού μεσαίωνα αποτελεί η ουσιαστική κατάργηση της κυριακάτικης αργίας. Στο «συμπληρωματικό μνημόνιο» αναφέρεται ότι «οι αρχές θα τροποποιήσουν το νόμο 4177/2013, αφαιρώντας τους περιορισμούς στο μέγεθος και τον τύπο των καταστημάτων που μπορούν να λειτουργούν την Κυριακή». Σύμφωνα με τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, το αντιλαϊκό πακέτο που συζητιέται και ψηφίζεται από βδομάδα, θα προβλέπει λειτουργία των καταστημάτων για 30 με 32 Κυριακές το χρόνο σε περιοχές που χαρακτηρίζονται «τουριστικές», εντάσσοντας στις περιοχές αυτές το δήμο Αθηναίων, όλο το παραλιακό μέτωπο από τον Πειραιά έως το Σούνιο, περιοχές του Πειραιά, το δήμο Θεσσαλονίκης και την περιοχή γύρω από το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος»...
3. Απελευθερώνονται ουσιαστικά πλήρως οι μαζικές ομαδικές απολύσεις για τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, μέσα από την κατάργηση της «διοικητικής έγκρισης», η οποία θα αντικατασταθεί με «μια διαδικασία κοινοποίησης» προς το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ), «η οποία δεν προϋποθέτει εκ των προτέρων έγκριση»! Αντίθετα, η επιχείρηση θα ανακοινώνει στον ΟΑΕΔ τον κατάλογο των απολυθέντων και θα υποβάλλει ένα «κοινωνικό σχέδιο» για τις συνέπειες των απολύσεων και πιθανά μέτρα, όπως κατάρτιση - επανεκπαίδευση κάποιων απολυμένων κ.τ.λ.
Η πλήρης απελευθέρωση των απολύσεων «πηγαίνει πακέτο» με την παραπέρα γενίκευση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, με «πρωταγωνιστικό» ρόλο μάλιστα να παίζει το αστικό κράτος (χαρακτηριστικά, όλες οι προσλήψεις προσωπικού στις Τοπικές Μονάδες Υγείας που προβλέπει και το συμπληρωματικό μνημόνιο, θα είναι διετείς συμβάσεις, γενικεύοντας και στην Υγεία την απασχόληση με ημερομηνία λήξης).
4. Ισχυροποιούνται τα όπλα της εργοδοσίας απέναντι στις απεργίες, με έμμεση νομιμοποίηση της εργοδοσίας να εφαρμόζει την ανταπεργία («λοκ άουτ»), καθώς προβλέπεται να θεσπιστεί νομοθεσία που «θα επιτρέπει η ταχεία δικαστική διαδικασία που χρησιμοποιείται για να κρίνεται η νομιμότητα των απεργιών, να χρησιμοποιείται και για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 656 του Αστικού Κώδικα σε περιπτώσεις απεργιών». Δηλαδή, με τις ίδιες «fast track» διαδικασίες που κρίνουν παράνομες και καταχρηστικές τις περισσότερες απεργίες, ο εργοδότης θα μπορεί να επικαλείται το εν λόγω άρθρο του Αστικού Κώδικα και να εξασφαλίζει να μην πληρώνει μισθό σε όσους δεν απεργούν - κατά τη διάρκεια μιας απεργίας στην επιχείρηση - ασκώντας με τον τρόπο αυτό πίεση στους απεργούς.
5. Στο στόχαστρο μπαίνει και η προκήρυξη απεργιών, καθώς η κυβέρνηση δεσμεύεται ότι στην επόμενη «αξιολόγηση» «θα υιοθετήσει νομοθεσία για την αύξηση της απαρτίας για την προκήρυξη απεργίας από πρωτοβάθμια σωματεία στο 50%». Ανεξάρτητα από τη σκόπιμα «θολή» διατύπωση, το βέβαιο είναι ότι σε όλες τις εκδοχές, η διάταξη αυτή προδιαγράφει την επιβολή νέων εμποδίων στην προκήρυξη απεργιών. Αλλωστε, τα κυβερνητικά στελέχη το προηγούμενο διάστημα δεν έκρυβαν πως αυτό βρίσκεται στο αντιλαϊκό τραπέζι, και ειδικότερα εξεταζόταν οι απεργίες να αποφασίζονται από την πλειοψηφία των εργαζομένων μιας επιχείρησης και όχι από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων σε μια Γενική Συνέλευση που έχει απαρτία.
6. Επίθεση στη συνδικαλιστική δράση συνιστά και η προβλεπόμενη στη συμφωνία διεύρυνση των λόγων για τους οποίους μια επιχείρηση θα μπορεί να απολύει συνδικαλιστές, όπως και ο λεγόμενος «εξορθολογισμός» των συνδικαλιστικών αδειών, αφού στην πράξη δίνει νέα όπλα στα χέρια των εργοδοτών να κλιμακώσουν την επίθεση ενάντια σε συνδικάτα και συνδικαλιστές που αντιπαλεύουν την πολιτική του κεφαλαίου, να βάλουν εμπόδια στη δυνατότητά τους να παρεμβαίνουν σε χώρους δουλειάς, να ενημερώνουν εργαζόμενους και να συμβάλλουν στην οργάνωση της πάλης.
7. Σοβαρά ερωτήματα προκαλεί και η δέσμευση της κυβέρνησης να προχωρήσει στη δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου συνδικαλιστικών οργανώσεων, εργαλείο που μπορεί να αξιοποιηθεί για το «φακέλωμα» των εργαζομένων.