Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ:«Εθνική γραμμή» για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, όχι του λαού

Στον απόηχο του Γιούρογκρουπ της Δευτέρας με θέμα τη συζήτηση για «ευκολίες» στην αποπληρωμή του κρατικού χρέους της Ελλάδας, εντάθηκε ολόκληρη τη βδομάδα που πέρασε η προσπάθεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και των αστικών επιτελείων να πείσουν για την «εθνική γραμμή» που πρέπει να διαμορφωθεί πάνω στο ζήτημα του κρατικού χρέους.
Το κάλεσμα αυτό, μάλιστα, έσπευσαν να το πάρουν «επ' ώμου» όχι μόνο τα κυβερνητικά στελέχη αλλά και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα μιλώντας για «αδιαπραγμάτευτη εθνική γραμμή» (ΝΔ) και ανάγκη η κυβέρνηση «να χαράξει μια εθνική γραμμή αντάξια των θυσιών του ελληνικού λαού» (ΠΑΣΟΚ). Η Φ. Γεννηματά μάλιστα έκανε παρέμβαση στους Ευρωπαίους
Σοσιαλιστές ηγέτες, ζητώντας τους να συνδράμουν τη διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του χρέους. Επιβεβαιώνεται και με αυτό τον τρόπο ότι οι επιμέρους διαφορές ανάμεσα στα αστικά κόμματα δεν τα εμποδίζουν στο παραμικρό να συγκλίνουν ολοένα και περισσότερο, με βάση το κύριο που τους ενώνει: Την υλοποίηση της στρατηγικής για την καπιταλιστική ανάκαμψη, που προϋποθέτει βέβαια το διαρκές μάτωμα των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.
Κάλεσμα με διπλό στόχο
Η προσπάθεια αυτή από τα αστικά επιτελεία υπηρετεί διπλό στόχο: Από τη μία απευθύνεται στο κεφάλαιο, διαβεβαιώνοντας ότι το ζήτημα της διευθέτησης του κρατικού χρέους αποτελεί κοινή υπόθεση όλων των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, αλλά και «τον τελευταίο σκόπελο» στην πορεία ανάκαμψης της κερδοφορίας του, ανοίγοντας το δρόμο στους εγχώριους επιχειρηματικούς ομίλους για πρόσβαση στο φτηνό χρήμα του μηχανισμού ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Αίροντας δηλαδή τους τελευταίους δημοσιονομικούς περιορισμούς και ποτίζοντας το «ξερό έδαφος» της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας με φτηνό χρήμα.
Από την άλλη, λειτουργεί ως ένα πραγματικά επικίνδυνο κάλεσμα στην εργατική τάξη και το λαό να στρατευτούν στους στόχους αυτούς του κεφαλαίου και να «βάλουν πλάτη», αποδεχόμενοι τα αντιλαϊκά μέτρα - την άλλη όψη των μέτρων διευθέτησης του κρατικού χρέους - ως «σκληρά» μεν, αναγκαία και «τελευταία» δε. Εχει ως στόχο δηλαδή να αποσπάσει τη λαϊκή συναίνεση, την ανοχή στην επίθεση διαρκείας, καλλιεργώντας για μια ακόμα φορά ψεύτικες προσδοκίες και αυταπάτες ότι η θετική πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας μπορεί τάχα να σημάνει καλύτερες μέρες για τους εργαζόμενους.
Στην πραγματικότητα όμως, από την όποια διευθέτηση του κρατικού χρέους, στο λαό θα πάει μόνο ο λογαριασμός, ενώ οι «καλύτερες μέρες» θα έρθουν για τα μονοπώλια. Αλλωστε, οι εργαζόμενοι είναι πλέον σε θέση να δουν ότι η καπιταλιστική ανάκαμψη έχει ως προϋποθέσεις την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, το καθάρισμα του πεδίου από «περιττούς αυτοαπασχολούμενους», το χτύπημα των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων και το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο, σε τομείς όπως η Υγεία, η Πρόνοια κ.ο.κ. Αυτά, μαζί με την εξοικονόμηση πόρων από το αστικό κράτος για τη χρηματοδότηση επιχειρηματικών ομίλων, αντί για την εξυπηρέτηση των δανειακών αναγκών συνθέτουν το σενάριο της περιβόητης ανάπτυξης.
Το χρέος δεν είναι του λαού
Μαζί με την παραπάνω προσπάθεια καλλιέργειας αυταπατών και ψεύτικων προσδοκιών, τα αστικά επιτελεία θυμήθηκαν και όλη τη σχετική φιλολογία ενοχοποίησης του λαού. Αναπαρήγαγαν ξανά τα περί χρεών που δημιουργήθηκαν υποτίθεται γιατί ο ελληνικός λαός ζούσε τα προηγούμενα - προ κρίσης - χρόνια «πάνω από τις δυνατότητές του» ή γιατί, τάχα για «λαϊκιστικούς» λόγους, το «μοντέλο» της καπιταλιστικής οικονομίας δεν ήταν βιώσιμο, ήταν «κρατικοδίαιτο», οδηγούσε σε αδιέξοδο κ.ο.κ.
Τα αστικά επιτελεία «δουλεύουν» και με τον τρόπο αυτό στη συνείδηση του λαού ότι οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τα αντεργατικά μέτρα έντασης της εκμετάλλευσης και τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, εκτός από τιμωρία γιατί «ζούσε με δανεικά», αποτελούν και εγγύηση ώστε η «επόμενη μέρα» της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας να στηριχτεί σε πιο «γερές» και «δίκαιες» βάσεις. Να εξασφαλιστεί η «βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη», όπως λέει η κυβέρνηση.
Η απάντηση σε αυτή την πρόκληση είναι ότι η εργατική δύναμη ποτέ δεν αμείφθηκε παραπάνω από την αξία της, όπως προκλητικά ισχυρίζονται οι προπαγανδιστές της αστικής τάξης, αλλά πάντα πολύ παρακάτω. Πάντα οι εργάτες, είτε με καπιταλιστική κρίση είτε με ανάπτυξη, απολαμβάνουν ελάχιστα από όσα παράγουν με τη δουλειά τους.
Η αλήθεια που κρύβει η αστική προπαγάνδα είναι ότι τα κρατικά χρέη διαμορφώθηκαν διαχρονικά από την πολιτική στήριξης των συμφερόντων και των κερδών του κεφαλαίου, από τις άμεσες και έμμεσες επιδοτήσεις στους επιχειρηματικούς ομίλους, τις φοροαπαλλαγές και εισφοροαπαλλαγές, τις κρατικές εγγυήσεις για φτηνά τραπεζικά δάνεια, τη χρηματοδότηση έργων και υποδομών με αποκλειστικό κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία. Ολα αυτά στην περίοδο των μεγάλων ρυθμών καπιταλιστικής ανάπτυξης και για τους τότε «εθνικούς» στόχους του κεφαλαίου, όπως ήταν η ένταξη στην ΟΝΕ, οι ανάγκες συμμετοχής στο ΝΑΤΟ, η διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων κ.ο.κ., ώστε να θωρακιστεί η κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων. Αυτή είναι μια βασική πλευρά της λειτουργίας της καπιταλιστικής οικονομίας, παντού και όχι μόνο στην Ελλάδα. Αλλωστε δεν υπάρχει καπιταλιστικό κράτος, ακόμα και ανάμεσα στις κορυφές της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, όπως οι ΗΠΑ, που να μην έχει πολύ μεγάλα κρατικά χρέη.
Ενώ είναι δεδομένο ότι ούτε ένα ευρώ από την όποια πιθανή διευκόλυνση για την αποπληρωμή του χρέους δεν πρόκειται να δαπανηθεί για τις λαϊκές ανάγκες, να μετατραπεί σε αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, κονδύλια για την Υγεία, την Πρόνοια, την Παιδεία κ.ο.κ.
Ζητάνε από το λαό να ματώνει στο διηνεκές για το κεφάλαιο
Οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, όπως και όλη η προηγούμενη πείρα, επιβεβαιώνουν ότι όρος για την όποια πιθανή «ελάφρυνση» είναι ο λαός να ξαναπληρώσει, να ματώνει για δεκαετίες, για τον «εθνικό» - στρατηγικό στόχο του εγχώριου κεφαλαίου, για τις ευκολίες πληρωμής ενός χρέους που δεν δημιούργησε ο ίδιος, ώστε το κεφάλαιο, «απελευθερωμένο» από δημοσιονομικούς περιορισμούς, να μπορεί πιο ορμητικά να μπει σε ένα νέο γύρο μεγάλης καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Εκεί έγκειται και το κάλεσμα προς το λαό να «στρατευτεί» σ' αυτόν τον «εθνικό στόχο». Η κυβέρνηση τον καλεί να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα το 4ο μνημόνιο, ως «προαπαιτούμενο» για την όποια διευθέτηση, αλλά και όσα επιπλέον συζητιούνται με τον πλέον επίσημο τρόπο από την περασμένη Δευτέρα στο Γιούρογκρουπ για τα αντιλαϊκά μέτρα μετά το 2020. Το δίλημμα που θέτει η συγκυβέρνηση, «χρέος και λιτότητα ή διευθέτηση και ανάκαμψη», είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και πρέπει να επιστραφεί ως απαράδεκτο από τους εργαζόμενους.
Με τη μία ή την άλλη μορφή, με «ένα σχέδιο όπως αυτό του Σόιμπλε ή και με ένα καλύτερο για το οποίο διαπραγματευόμαστε», όπως είπε ο πρωθυπουργός την περασμένη Τετάρτη, αφήνοντας ορθάνοιχτη την πόρτα σε όλα τα ενδεχόμενα, η μείωση των επιτοκίων για το κεφάλαιο θα απαιτεί από το λαό θυσίες για τουλάχιστον 32 χρόνια ακόμα, έως το 2060! Και μάλιστα θυσίες χωρίς αντίκρισμα, αφού κατατίθενται στο βωμό των κερδών της πλουτοκρατίας.
Πρόκειται για ένα μνημόνιο διαρκείας, που μαζί με όλα όσα προβλέπονται στα «ευρωπαϊκά εξάμηνα» της ΕΕ, θα αποτελούν θηλιά στο λαιμό του λαού για πολλές γενιές ακόμα. Θα αξιοποιούνται ως «μαστίγιο», ώστε να περνάνε οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που έχει ανάγκη το κεφάλαιο σε κάθε φάση, στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας» της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας.
Ο λαός, εξάλλου, έχει ήδη μεγάλη πείρα απ' το τι σήμαιναν οι διευθετήσεις του χρέους: Το περιβόητο PSI, που σήμερα η κυβέρνηση αναγνωρίζει επίσης ως θετική βάση για τις διαπραγματεύσεις της με τους δανειστές, σήμαινε δισεκατομμύρια χαμένα για τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων.
Ο λαός πληρώνει ήδη με αιματηρές περικοπές, αντεργατικές ανατροπές και φοροαφαίμαξη τα πρωτογενή πλεονάσματα των μνημονίων, στο όνομα της «δημοσιονομικής σταθερότητας», με την κυβέρνηση μάλιστα να πανηγυρίζει ότι υπερβαίνει τους καθορισμένους στόχους, «υπερβάλλοντας εαυτόν» στην υλοποίηση των αντιλαϊκών μέτρων. Με τη συμφωνία για το χρέος, οι εκβιασμοί θα ενταθούν, για να σηκώσει «ψηλά τα χέρια» μπροστά στη νέα επίθεση. Τα αντιλαϊκά μέτρα που θα αποφασίζονται από χρόνο σε χρόνο, και μάλιστα στο διηνεκές, θα είναι χωρίς προηγούμενο και σωρευτικά θα απογειώσουν την εκμετάλλευση και θα βαθύνουν τη φτώχεια για το λαό. Η ...γραβάτα που λέει ότι θα φορέσει ο πρωθυπουργός, αν υπάρξει συμφωνία για το χρέος, είναι θηλιά στο λαιμό του λαού, που θα πληρώσει διπλά και τρίδιπλα κάθε ευρώ «ελάφρυνσης». Σημειωτέον, μιλάμε για διευθέτηση και όχι για μείωση του χρέους, που σημαίνει ότι ο λαός θα κληθεί να το αποπληρώσει στο σύνολό του μέχρι τελευταίας δεκάρας.
Ευρύτερη η αντιπαράθεση
Η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να κρύψει το ταξικό περιεχόμενο - υπέρ του κεφαλαίου - των διαπραγματεύσεών της, αλλά και για να αποποιηθεί τάχα των ευθυνών της για τα αντιλαϊκά μέτρα που θα συνοδεύουν την όποια διευθέτηση του κρατικού χρέους, παρουσιάζει την αντιπαράθεση ΔΝΤ - ΕΕ ως αποτέλεσμα «ιδεοληψιών» ή δογματισμού συγκεκριμένων υπουργών.
Η αλήθεια είναι ότι η συζήτηση γενικά για το χρέος είναι αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα σε καπιταλιστικά κράτη, που εκφράζεται στις αντιθέσεις μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωζώνης, αλλά και ανάμεσα σε κράτη - μέλη της Ευρωζώνης, που διεκδικούν ανάλογες διευθετήσεις για τις υπερχρεωμένες οικονομίες τους. Στην πραγματικότητα, για την όποια διευθέτηση χρέους, επειδή είναι καταστροφή κεφαλαίου, γίνεται χοντρό παζάρι για το ποιο τμήμα ποιας αστικής τάξης θα πληρώσει περισσότερα ή θα χάσει λιγότερα.
Καμιά προσδοκία λοιπόν δεν πρέπει να τρέφει ο λαός ότι με τη διευθέτηση του χρέους θα δει καλύτερες μέρες. Το χρέος είναι του κεφαλαίου και για λογαριασμό του θα έρχονται απανωτά τα αντιλαϊκά μέτρα που θα συνοδεύουν την όποια συμφωνία διευθέτησης. Οριστική λύση στο ζήτημα του χρέους από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων και αναγκών θα δώσει η μονομερής διαγραφή του, η αποδέσμευση από την ΕΕ και όλες τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, με τους εργαζόμενους να έχουν την εξουσία στα χέρια τους. Εκεί χρειάζεται να κατατείνουν ο αγώνας και η συμμαχία του λαού, εκεί αξίζει να καταθέσουν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα κάθε θυσία.

Κυριακή 28 Μάη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ